- δαρθάνω
- δαρθάνω,A sleep, Hierocl.in CA19p.461M.: [tense] aor. 2
ἔδρᾰθον, ἔδραθ' ἐνὶ προδόμῳ Od.20.143
. (Prob. akin to Lat.dormio, Slav. drèmali, Skt. drā´ti 'sleep'.)
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ἔδρᾰθον, ἔδραθ' ἐνὶ προδόμῳ Od.20.143
. (Prob. akin to Lat.dormio, Slav. drèmali, Skt. drā´ti 'sleep'.)Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
δαρθάνω — (Α) κοιμάμαι. [ΕΤΥΜΟΛ. Στον τ. δαρθάνω απαντά η συνεσταλμένη βαθμίδα τής ρίζας *der , η οποία θεωρείται αμάρτυρη (πρβλ. αρχ. ινδ. drāti «κοιμάμαι», λατ. dormio «κοιμάμαι», αρχ. σλαβ. drěmja «κοιμάμαι»). Το θ. τού τ. είναι μόρφημα που εκφράζει την … Dictionary of Greek
ἔδαρθον — δαρθάνω sleep aor ind act 3rd pl δαρθάνω sleep aor ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἔδραθον — δαρθάνω sleep aor ind act 3rd pl δαρθάνω sleep aor ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δαρθεῖν — δαρθάνω sleep aor inf act (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δραθεῖν — δαρθάνω sleep aor inf act (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δραθέειν — δαρθάνω sleep aor inf act (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δραθέν — δαρθάνω sleep aor inf act (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δράθω — δαρθάνω sleep aor subj act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δάρθω — δαρθάνω sleep aor subj act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἔδαρθεν — δαρθάνω sleep aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἔδραθε — δαρθάνω sleep aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)